Dark Mode Light Mode
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.
Find your path. Create your story.

Τα μονοπάτια που με άλλαξαν

Το πρώτο σακίδιο, η πρώτη ανηφόρα

Πέρασαν τριάντα χρόνια από την πρώτη φορά που φόρεσα σακίδιο, έδεσα αρβύλες, και πήρα την ανηφόρα χωρίς να ξέρω ακόμα καλά-καλά γιατί. Τότε δεν υπήρχαν GPS, δεν υπήρχε social media, δεν υπήρχε η έννοια της “πρόκλησης” όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Υπήρχε μόνο ένστικτο, μια αδιόρατη ανάγκη και ένα ακαθόριστο κάλεσμα προς τα πάνω. Δεν ήξερα τι έψαχνα, αλλά ήξερα ότι έπρεπε να ξεκινήσω. Κάθε βήμα ήταν εμπειρία. Κάθε ανάσα, ένα πρώτο μάθημα.

Το βουνό ως δάσκαλος

Η ορειβασία δεν ήταν ποτέ για μένα σπορ. Ήταν σχολείο. Στο βουνό έμαθα πώς να κουβαλάω λιγότερα, πώς να ακούω καλύτερα, πώς να σέβομαι το σώμα μου και κυρίως – πώς να μην προσπερνάω τίποτα. Γιατί τίποτα δεν είναι δεδομένο εκεί πάνω. Ούτε ο καιρός, ούτε ο σύντροφος, ούτε η επόμενη στάση. Πρέπει να κερδίσεις τα πάντα – βήμα το βήμα.

Κάποτε, σε μια ανάβαση στον Όλυμπο με βαρύ σακίδιο και ελάχιστο ύπνο, παραλίγο να χάσω την ισορροπία μου σε ένα κομμάτι με πάγο. Ο φίλος μου – που είχε ξεμείνει από νερό και είχε πιει ρακί το προηγούμενο βράδυ “για να ζεσταθεί” – μου φώναξε από πίσω: “Άμα πέσεις, φώναξε να σε τραβήξω.” Εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα αν έπρεπε να γελάσω ή να τον βρίσω. Τελικά, έμαθα και τα δύο.

Από τις κορυφές στην παρατήρηση

Στην αρχή, όπως πολλοί, κυνηγούσα κορυφές. Ήθελα υψόμετρο, χιλιόμετρα, λίστες να συμπληρώνω. Με τον καιρό, αυτό άλλαξε. Πιο πολύ ήθελα να μείνω. Να παρατηρήσω. Να δω πώς αλλάζει ο ήλιος όταν πέφτει πίσω από τις κορφές. Να δω πώς μυρίζει η πέτρα μετά τη βροχή. Να συναντήσω ανθρώπους που δεν σε ρωτάνε τι δουλειά κάνεις, αλλά αν έφαγες, αν έχεις στεγνή κάλτσα, αν σε πονάνε τα γόνατα.

Μια φορά στην Κορσική, στο GR20, ένας ηλικιωμένος Γάλλος που καθόταν έξω από μια καλύβα μου πρόσφερε ένα κομμάτι τυρί και μια πρόταση: “Τη ζωή δεν τη μετράς με τα μέτρα που ανέβηκες, αλλά με το πόσο κάθισες να τα κοιτάξεις.” Εγώ ήμουν αγχωμένος για το επόμενο stage. Εκείνος μου έδειξε τον ουρανό και μου είπε: “Η καλύτερη κορυφή είναι αυτή που δεν βιάζεσαι να φύγεις.” Δεν ξανακοίταξα ρολόι εκείνο το απόγευμα.

Η Ελλάδα στο σακίδιο μου

Και όσο περισσότερα βουνά ανέβαινα στην Ευρώπη, τόσο πιο βαθιά ένιωθα κάτι άλλο: ότι κουβαλούσα πάντα την Ελλάδα μαζί μου. Όχι γιατί ήθελα να τη συγκρίνω. Αλλά γιατί, ως Έλληνας, η σχέση μου με το βουνό ήταν από την αρχή σχεδόν ιερή. Στη Γκιώνα, στον Ταΰγετο, στον Όλυμπο, στο Βελούχι, στα Τζουμέρκα – εκεί γεννήθηκε η πρώτη μου επαφή με το απόλυτο. Εκεί περπάτησα ημέρες και βράδια κάτω από τα αστέρια της υπέροχης χώρας που ζούμε. Εκεί άκουσα λύκους. Εκεί κατάλαβα ότι η ορειβασία δεν είναι “κατάκτηση” αλλά προσέγγιση. Σχεδόν προσευχή.

Θυμάμαι μια νύχτα στην Γκιωνα, που ξυπνήσαμε από έναν ανατριχιαστικό ήχο – σαν ουρλιαχτό. Ένας από την παρέα, ο πιο καινούριος, άρπαξε το φακό του και άρχισε να ουρλιάζει πίσω. “Γιατί φωνάζεις έτσι;” τον ρώτησα. “Για να νομίσει ο λύκος ότι είμαι κι εγώ λύκος,” μου απάντησε. Δεν ξέρω αν έπιασε, αλλά κανείς μας δεν κοιμήθηκε εκείνο το βράδυ. Εκεί όμως ένιωσα – ίσως για πρώτη φορά – ότι είμαστε φιλοξενούμενοι εκεί πάνω. Όχι ιδιοκτήτες.

Τα βήματα που μένουν μέσα σου

Δεν μου αρέσει να δίνω λίστες με “τα καλύτερα”. Γιατί κάθε βουνό είναι καλό, αν έχεις τον κατάλληλο λόγο να το ανέβεις. Αλλά μέσα από αυτά τα 30 χρόνια, υπάρχουν διαδρομές που με άλλαξαν. Που με λύγισαν. Που μου έμαθαν κάτι που ακόμα δουλεύει μέσα μου. Δεν είναι οι πιο εντυπωσιακές. Δεν είναι “για φωτογραφία”. Είναι οι διαδρομές που σε αναγκάζουν να δεις αλλιώς τον εαυτό σου – και να τον δεχτείς.

Σε μια τέτοια διαδρομή, στον δρόμο προς τη Γραμμένη Οξυά, έχασα το μονοπάτι λίγο πριν το σούρουπο. Δεν υπήρχε σήμανση, δεν υπήρχε σήμα, μόνο σκοτάδι που έπεφτε αργά και ο ήχος από μια κουκουβάγια. Καθώς προσπαθούσα να ξαναβρώ τον προσανατολισμό μου, θυμήθηκα έναν παλιό οδηγό που μου είχε πει: “Όταν χαθείς, κάτσε κάτω. Μη συνεχίζεις. Το βουνό θα σου δείξει.” Και έτσι έκανα. Έμεινα ακίνητος. Και όντως, μετά από λίγο, φάνηκε στο βάθος το φως από το καταφύγιο. Μου το έδειξε ο χρόνος, όχι η επιμονή.

Add a comment Add a comment

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Previous Post

Η Μαγεία του Kitesurfing: Ελευθερία, Αδρεναλίνη και Ένας Νέος Τρόπος Ζωής

Next Post

Οδηγός Wild Terrain: Οι 5 Καλύτερες Ultralight Αιώρες για το 2025